Η ημικρανία διαχωρίζεται από τον απλό πονοκέφαλο καθώς πρόκειται για μια σύνθετη νευρολογική πάθηση που χαρακτηρίζεται από έντονους, εξουθενωτικούς πονοκεφάλους που συχνά συνοδεύονται από ναυτία, ευαισθησία στο φως και τον ήχο και πολλά ακόμα συμπτώματα. Η πάθηση αυτή επηρεάζει την καθημερινότητα, την παραγωγικότητα και την γενικότερη ποιότητα ζωής πολλών ατόμων σε όλο τον κόσμο, περισσότερο από το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού. Συμβαίνει συχνότερα σε άτομα μεταξύ 20 και 50 ετών και σε τριπλάσιο ποσοστό στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες.
Οι ημικρανίες χωρίζονται κυρίως σε δύο τύπους: α) την ημικρανία με αύρα, την κλασσική ημικρανία, η οποία ξεκινά με προειδοποιητικά σημάδια όπως λάμψεις φωτός, τυφλά σημάδια ή μυρμηγκιάσματα στο χέρι ή στο πρόσωπο, και β) την ημικρανία χωρίς αύρα, η οποία είναι η πιο συχνή κατηγορία ημικρανίας και δεν παρουσιάζει προειδοποιητικά σημάδια πριν ξεκινήσει.
Αν και η ακριβής αιτία της ημικρανίας δεν έχει αποσαφηνιστεί πλήρως, ωστόσο οι παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξή της είναι κυρίως γενετικοί, καθώς το οικογενειακό ιστορικό ημικρανίας αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης, αλλά και περιβαλλοντικοί, όπως το άγχος, τα έντονα φώτα, οι δυνατοί ήχοι, οι έντονες μυρωδιές, οι αλλαγές του καιρού, ορισμένα φάρμακα και ορμονικές αλλαγές στις γυναίκες.
Οι ημικρανίες μπορεί να διαταράξουν σοβαρά τις καθημερινές δραστηριότητες των ασθενών. Ο πόνος και τα υπόλοιπα συμπτώματα της πάθησης μπορεί να διαρκέσουν από λίγες ώρες έως αρκετές ημέρες, γεγονός που δυσκολεύει σε μεγάλο βαθμό την απόδοση των πασχόντων στην εργασία τους, τις κοινωνικές τους σχέσεις αλλά και τη διαχείριση ακόμα και των πιο απλών καθημερινών τους υποχρεώσεων.
Το κύριο σύμπτωμα της ημικρανίας είναι ένας έντονος πονοκέφαλος στη μία πλευρά του κεφαλιού. Άλλα συμπτώματα μπορεί να είναι:
Για να διαγνωστεί η ημικρανία απαιτείτε λήψη λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού και φυσική εξέταση. Επιπλέον μπορεί να χρειαστούν μαγνητική ή αξονική τομογραφία για να αποκλειστούν άλλες νευρολογικές παθήσεις, και αιματολογικές εξετάσεις για τον έλεγχο τυχόν λοιμώξεων.
Η θεραπεία της ημικρανίας ποικίλλει από ασθενή σε ασθενή και μπορεί να περιλαμβάνει:
Αν και η φυσιοθεραπεία δεν μπορεί να θεραπεύσει την ημικρανία, μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά και να ανακουφίσει ορισμένα από τα σωματικά συμπτώματά της, κυρίως εκείνα που προέρχονται από τη μυϊκή ένταση και το στρες. Οι Φυσικοθεραπευτές εφαρμόζουν διάφορες τεχνικές και μέσα προκειμένου να ανακουφίσουν τους ασθενείς από τα συμπτώματα αλλά και να διαχειριστούν αποτελεσματικά την ημικρανία.
Ο φυσικοθεραπευτής θα προσαρμόσει τις θεραπείες στα συμπτώματα του κάθε ατόμου, εστιάζοντας στη μείωση της έκθεσης σε εκλυτικούς παράγοντες.
Η ημικρανία είναι μια δύσκολη και πολύπλευρη πάθηση που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά κάθε πτυχή της ζωής ενός ατόμου. Η φυσικοθεραπεία προσφέρει πολύτιμα εργαλεία για τη μείωση των σωματικών συμπτωμάτων της ημικρανίας, όπως η μυϊκή ένταση και το άγχος, προσφέροντας στους ασθενείς καλύτερη καθημερινότητα και ποιότητα ζωής.