Στη φυσικοθεραπεία, ο ρόλος της στάσης του σώματος στη διαχείριση του πόνου γίνεται συχνά αντικείμενο μελέτης και συζητήσεων. Η άποψη που έχει καθιερωθεί υποδηλώνει μια άμεση συσχέτιση μεταξύ της στάσης του σώματος και του πόνου, με έμφαση στην επίτευξη και διατήρηση της “ιδανικής” στάσης του σώματος ως προληπτική και θεραπευτική στρατηγική. Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες αμφισβητούν αυτό το παράδειγμα, αποκαλύπτοντας μια πιο διαφοροποιημένη σχέση μεταξύ της στάσης, της κίνησης και του πόνου.
Η στάση του σώματος εκτείνεται πέρα από την ευθυγράμμιση της σπονδυλικής στήλης, περιλαμβάνοντας τον προσανατολισμό και την ευθυγράμμιση ολόκληρου του σώματος και των τμημάτων του. Είναι δυναμική, επηρεάζεται από τη εμβιομηχανική και την κίνηση, με ορισμένες θέσεις να προκαλούν δυνητικά συμπτώματα, ιδίως στο πλαίσιο πρόσφατων τραυματισμών. Για παράδειγμα, συγκεκριμένες στάσεις μπορεί να καταπονούν τον επουλωτικό ιστό σε περίπτωση διαστρέμματος κάποιου συνδέσμου, προκαλώντας πόνο όχι επειδή η στάση είναι εγγενώς “κακή”, αλλά επειδή το σώμα δεν έχει ακόμη ανακάμψει πλήρως.
Η έννοια της “κακής” στάσης του σώματος ως άμεση αιτία του πόνου εξετάζεται όλο και περισσότερο. Η έρευνα δείχνει ότι υπάρχει σημαντική μεταβλητότητα στον τρόπο προσαρμογής και ευθυγράμμισης των τμημάτων του σώματος, γεγονός που υποδηλώνει ότι η στάση του σώματος, ιδίως η στατική θέση, δεν συσχετίζεται έντονα με την ανάπτυξη πόνου. Αυτό αμφισβητεί την αντίληψη ότι η διατήρηση της λεγόμενης “καλής” στάσης του σώματος αποτελεί πανάκεια για την πρόληψη ή την ανακούφιση του πόνου.
Η σημασία της στάσης του σώματος γίνεται πιο έντονη στο πλαίσιο δυναμικών κινήσεων, ιδίως υπό φόρτιση. Δεν είναι η στάση που διατηρείται ενώ στέκεστε ή κάθεστε σε ένα γραφείο που συνήθως οδηγεί σε πόνο- περισσότερο είναι οι παρατεταμένες στατικές θέσεις που μπορούν να προκαλέσουν δυσφορία. Αυτό αποδίδεται στην ισχαιμία – την μειωμένη ροή αίματος – που προκύπτει από τις παρατεταμένες θέσεις, η οποία μπορεί να οδηγήσει στη συσσώρευση χημικών ουσιών που ενεργοποιούν τους αισθητήρες πόνου.
Δεδομένης της διαφοροποιημένης σχέσης μεταξύ της στάσης του σώματος και του πόνου, οι φυσικοθεραπευτές παίζουν σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση των ασθενών και στην καθοδήγησή τους προς αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης.
Η σχέση μεταξύ της στάσης του σώματος και του πόνου είναι πολύπλοκη και εξατομικευμένη, αμφισβητώντας την υπεραπλουστευμένη έννοια της “καλής” έναντι της “κακής” στάσης του σώματος. Δίνοντας έμφαση στη δυναμική στάση, στην ποικιλομορφία της κίνησης και στις προσαρμοσμένες στρατηγικές για τη διαχείριση της ευαισθησίας στη στάση, η φυσικοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει αποτελεσματικά τους ασθενείς σε ότι αφορά την άνεση, την κινητικότητα και την ανακούφιση από τον πόνο.