Σύνδρομο δυσκινησίας λόγω αντιψυχωσικών και ο ρόλος της Φυσικοθεραπείας

Το σύνδρομο δυσκινησίας που προκαλείται από τη μακροχρόνια χρήση αντιψυχωσικών φαρμάκων είναι μία νευρολογική διαταραχή με σημαντική λειτουργική και ψυχοκοινωνική επίδραση στη ζωή του ασθενούς. Πρόκειται για μία μορφή όψιμης κινητικής διαταραχής, η οποία εμφανίζεται κυρίως μετά από παρατεταμένη φαρμακευτική αγωγή με αντιψυχωσικά πρώτης ή δεύτερης γενιάς και εκδηλώνεται με ακούσιες κινήσεις διαφόρων μυϊκών ομάδων.

Παρόλο που το σύνδρομο συνήθως οφείλεται στη φαρμακευτική αγωγή, η αντιμετώπισή του είναι πολύπλευρη και απαιτεί διεπιστημονική προσέγγιση. H φυσικοθεραπεία μπορεί να συνεισφέρει ουσιαστικά τόσο στην κινητική αποκατάσταση όσο και στη διαχείριση των λειτουργικών περιορισμών.

Τι είναι το σύνδρομο δυσκινησίας λόγω αντιψυχωσικών;

Το σύνδρομο δυσκινησίας, γνωστό και ως όψιμη δυσκινησία (tardive dyskinesia), είναι μία κινητική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από ακούσιες, επαναλαμβανόμενες και ανεξέλεγκτες κινήσεις, κυρίως του προσώπου, της γλώσσας, των χειλιών, των άκρων ή και του κορμού. Το σύνδρομο αυτό συχνά εμφανίζεται μετά από μήνες ή χρόνια λήψης αντιψυχωσικών φαρμάκων και μπορεί να παραμείνει ενεργό ακόμη και μετά τη διακοπή της φαρμακευτικής αγωγή.

Ανήκει στην κατηγορία των εξωπυραμιδικών συνδρόμων και διαφέρει από τον παρκινσονισμό ή τις οξείες δυστονίες, τόσο ως προς τη χρονικότητα όσο και ως προς το πρότυπο των κινητικών εκδηλώσεων.

Αιτίες και παθογένεια

Η κύρια αιτία του συνδρόμου δυσκινησίας είναι η μακροχρόνια αναστολή των υποδοχέων ντοπαμίνης (D2) στον εγκέφαλο, που προκαλείται από τη χρήση αντιψυχωσικών φαρμάκων. Η ντοπαμίνη είναι νευροδιαβιβαστής που ρυθμίζει την κινητική λειτουργία μέσω του εξωπυραμιδικού συστήματος. Όταν η ντοπαμινική λειτουργία παρεμποδίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα, δημιουργείται μία νευροπλαστική “υπερευαισθησία” των υποδοχέων, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη ακούσιων κινήσεων.

Οι παράγοντες που έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης του συνδρόμου είναι συνήθως:

  • Ηλικία (ο κίνδυνος αυξάνεται στους ηλικιωμένους)
  • Το φύλο (το σύνδρομο εμφανίζεται κυρίως σε γυναίκες)
  • Μακροχρόνια ή υψηλής δόσης χρήση αντιψυχωσικών, ιδιαίτερα πρώτης γενιάς (τυπικών)
  • Προϋπάρχουσες νευρολογικές ή ψυχιατρικές διαταραχές
  • Ιστορικό εγκεφαλικού επεισοδίου ή τραυματισμού στο κεντρικό νευρικό σύστημα
  • Σακχαρώδης διαβήτης ή άλλες μεταβολικές διαταραχές

Η εμφάνιση του συνδρόμου δεν σχετίζεται πάντοτε γραμμικά με τη δόση του φαρμάκου, γεγονός που δυσκολεύει τόσο την πρόβλεψη όσο και πρόληψή του.

Τα συμπτώματα που συνοδεύουν το σύνδρομο δυσκινησίας

Το σύνδρομο δυσκινησίας εμφανίζεται σταδιακά και ενδέχεται να μην αναγνωριστεί άμεσα, ιδιαίτερα όταν οι κινήσεις είναι ήπιες. Τα συμπτώματα που εμφανίζονται συχνότερα είναι:

  • Ακούσιες κινήσεις της γλώσσας (π.χ. προώθηση, κυματοειδής κίνηση)
  • Μασητικές κινήσεις (χωρίς τροφή), κινήσεις στο πλάι (σα να τρίζει κάποιος τα δόντια) σούφρωμα των χειλιών ή στράβωμα του σώματος
  • Ρυθμικές κινήσεις του προσώπου ή των βλεφάρων, κατσούφιασμα ή γκριμάτσες
  • Κινήσεις των άνω ή κάτω άκρων, συχνά με ασταθή ή ασύμμετρο τρόπο
  • Επαναλαμβανόμενες κινήσεις των δακτύλων σαν να παίζει κάποιος πιάνο.
  • Ακαθησία (αδυναμία να παραμείνει κάποιος σωματικά ακίνητος).

Σε προχωρημένα στάδια, οι κινητικές διαταραχές επηρεάζουν σοβαρά την ομιλία, την κατάποση, την ισορροπία και τη βάδιση, περιορίζοντας σημαντικά την καθημερινή λειτουργικότητα και την κοινωνική αλληλεπίδραση του ατόμου. Το ψυχολογικό φορτίο από την κοινωνική έκθεση είναι ιδιαίτερα βαρύ και μπορεί να επιδεινώσει την ήδη υπάρχουσα ψυχιατρική εικόνα.

σύνδρομο δυσκινησίας hands stiff

Διαδικασία της διάγνωσης

Η διάγνωση του συνδρόμου δυσκινησίας είναι κυρίως κλινική και βασίζεται στην παρατήρηση των ακούσιων κινήσεων και στο ιατρικό ιστορικό του ασθενούς. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες εργαστηριακές ή απεικονιστικές εξετάσεις που να επιβεβαιώνουν την πάθηση.

Οι επαγγελματίες υγείας συνήθως χρησιμοποιούν τυποποιημένες κλίμακες αξιολόγησης, όπως η AIMS (Abnormal Involuntary Movement Scale), για την καταγραφή και ποσοτικοποίηση των συμπτωμάτων. Η έγκαιρη διάγνωση είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς σε ορισμένες περιπτώσεις η πρώιμη τροποποίηση της φαρμακευτικής αγωγής μπορεί να μειώσει την ένταση ή να αναστρέψει τις κινήσεις.

Οι τρόποι αντιμετώπισης

Η θεραπεία του συνδρόμου δυσκινησίας επικεντρώνεται στην εξισορρόπηση του οφέλους από την αντιψυχωσική φαρμακευτική αγωγή με την ανάγκη περιορισμού των κινητικών παρενεργειών. Οι τρόποι αντιμετώπισης περιλαμβάνουν:

  • Σταδιακή μείωση της δόσης του αντιψυχωσικού (όπου είναι δυνατόν)
  • Μετάβαση σε άτυπα αντιψυχωσικά (δεύτερης γενιάς) με μικρότερο κίνδυνο
  • Χορήγηση φαρμάκων που ρυθμίζουν τη ντοπαμινεργική λειτουργία (όπως η βαλμπεναζίνη ή η τετραμπεναζίνη)

Ωστόσο, οι κινητικές εκδηλώσεις συχνά παραμένουν ή επανεμφανίζονται. Εδώ ακριβώς έρχεται ο ουσιαστικός ρόλος της φυσικοθεραπείας.

Ο ρόλος της φυσικοθεραπείας στο σύνδρομο δυσκινησίας

Η φυσικοθεραπευτική παρέμβαση στοχεύει τόσο στην αιτία της διαταραχής όσο και στα λειτουργικά προβλήματα που προκύπτουν από τις ακούσιες κινήσεις. Μέσα από εξειδικευμένες τεχνικές, η φυσικοθεραπεία συμβάλλει στην επαναφορά του ελέγχου της κίνησης, στη βελτίωση της ισορροπίας και στη μείωση του κινδύνου πτώσεων.

Ο φυσικοθεραπευτής εφαρμόζει ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα αποκατάστασης, το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει:

  1. Φυσικά μέσα (παγοθεραπεία, θερμοθεραπεία, ηλεκτροθεραπεία, laser, υπέρηχο, στοχευμένες ραδιοσυχνότητες, biofeedback, μαγνητικό διεγέρτη, κρουστικό υπέρηχο)
  2. Κινησιοθεραπεία (διατάσεις, ασκήσεις ενδυνάμωσης, ασκήσεις με έμφαση στην ιδιοδεκτικότητα και στην κιναισθησία)
  3. Ειδικές τεχνικές κινητοποίησης (Ackermann)
  4. Περίδεση (Kinesio taping)
  5. Βελονισμός (dry needling)
  6. Εκπαίδευση του ασθενή και ενημέρωση για την παθολογία του καθώς και για τις δραστηριότητες που μπορούν να ανακουφίσουν τα συμπτώματα ή να τον επιβαρύνουν περισσότερο
  7. Θεραπευτική άσκηση (λειτουργική επανεκπαίδευση, ασκήσεις νευρομυϊκού συντονισμού).
  8. Συμβουλές για την ανακούφιση των συμπτωμάτων και την πρόληψη ενδεχόμενης επιδείνωσης.

Το σύνδρομο δυσκινησίας λόγω αντιψυχωσικών φαρμάκων αποτελεί μια σοβαρή, χρόνια κινητική διαταραχή που επηρεάζει σε βάθος τη ζωή του ασθενούς. Αν και η αιτία είναι φαρμακογενής, η προσέγγιση στη θεραπεία απαιτεί συντονισμό μεταξύ ψυχιάτρων, νευρολόγων και φυσικοθεραπευτών.

Η φυσικοθεραπεία δεν μπορεί να αναιρέσει τη δυσλειτουργία των υποδοχέων, μπορεί όμως να βοηθήσει σημαντικά στη βελτίωση της κινητικότητας, της λειτουργικότητας και της αυτονομίας, ενώ ενισχύει και την αυτοεκτίμηση του ατόμου που συχνά δοκιμάζεται από τις κινητικές του εκδηλώσεις.

Με υπομονή, εξειδικευμένη καθοδήγηση και συνεπή εφαρμογή, η διαχείριση του συνδρόμου δυσκινησίας μπορεί να γίνει αποτελεσματική και λειτουργική.

Related Posts