ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ Η ΒΑΔΙΣΗ ΣΤΙΣ ΜΥΤΕΣ ΤΩΝ ΠΟΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ

Τα παιδιά ξεκινούν να περπατούν περίπου στους 12 πρώτους μήνες της ζωής τους και μέχρι την ηλικία του 1,5 έτους έχουν μάθει να περπατούν αυτόνομα και πατώντας ολόκληρο το πέλμα στο έδαφος. Ωστόσο, κάποια παιδιά ξεκινούν να βαδίζουν στις μύτες των ποδιών τους και το συνεχίζουν συνήθως μέχρι το 3ο ή ακόμα και το 5ο έτος της ηλικίας τους. Σε περίπτωση όμως που κάποια παιδιά συνεχίζουν αυτό το είδος βάδισης, αυτό μπορεί να σημαίνει την ύπαρξη κάποιας πάθησης  νευρολογικής φύσης που μπορεί να εξελιχθεί σε μόνιμη συνήθεια.

Ποιες αιτίες μπορούν να κάνουν τα παιδιά να περπατούν στις μύτες των ποδιών τους

Η βάδιση στις μύτες των ποδιών μπορεί να προκληθεί από διάφορες αιτίες όπως:

  • Ιδιοπαθής αιτιολογία, όταν δεν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος και αποτελεί ένα «παιχνίδι» ή μια «αντίδραση» των παιδιών. Σε αυτή την περίπτωση τα παιδιά είναι απολύτως ικανά να περπατήσουν πατώντας ολόκληρο το πέλμα στ έδαφος αλλά δεν το προτιμούν. Αυτό ωστόσο μπορεί να οδηγήσει σε βράχυνση του γαστροκνημίου  και σε ιπποποδία.
  • Νευρομυϊκές διαταραχές στο κεντρικό νευρικό σύστημα, όπως η εγκεφαλική παράλυση ή διαταραχές όπως ο αυτισμός. Η μυϊκή δυστροφία μπορεί να οδηγήσει σε βραχύνσεις συγκεκριμένων μυϊκών ομάδων.
  • Διαταραχή του αιθουσαίου συστήματος, το οποίο είναι υπεύθυνο να τροφοδοτεί τον εγκέφαλο με πληροφορίες που αφορούν τη θέση και την κίνηση του σώματος.
  • Βραχύς αχίλλειος τένοντας εκ γενετής, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει μείωση του εύρους της κίνησης της ποδοκνημικής άρθρωσης.
  • Προωρότητα του παιδιού που μπορεί να οδηγήσει σε υπερευαισθησία της περιοχής της φτέρνας λόγω των πολλών τσιμπημάτων για αιματολογικές εξετάσεις κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στη μονάδα εντατικής θεραπείας.

 

Πώς αντιμετωπίζεται η βάδιση στις μύτες των ποδιών

Ο καταλληλότερος τρόπος αντιμετώπισης θα αποφασιστεί ανάλογα με τη σοβαρότητα  του προβλήματος και τον βαθμό στον οποίο έχει επηρεαστεί το μυοσκελετικό σύστημα του παιδιού. Σε γενικές γραμμές οι τρόποι αντιμετώπισης περιλαμβάνουν:

  • Φυσικοθεραπεία η οποία περιλαμβάνει τεχνικές που μπορούν να βοηθήσουν αποτελεσματικά, όπως: διατάσεις των μυών, ασκήσεις ενδυνάμωσης, υδροθεραπεία, επανεκπαίδευση στα σωστά πρότυπα βάδισης, εκπαίδευση των γονιών για πρόγραμμα ασκήσεων στο σπίτι
  • Χρήση νάρθηκα ή/και ειδικών πελμάτων
  • Εγχύσεις αλλαντικής τοξίνης (botox) κυρίως όταν η αιτιολογία είναι ιδιοπαθής
  • Χειρουργική επιμήκυνση του συμπλέγματος του γαστροκνημίου – υποκνημιδίου.

 

Η πλειοψηφία των περιστατικών αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά χωρίς να χρειαστεί α ασθενής να περάσει το κατώφλι του χειρουργείου. Το σημαντικό όμως είναι η αποτελεσματική συνεργασία ανάμεσα στον γιατρό , τον φυσικοθεραπευτή, τον ασθενή και τους γονείς του προκειμένου να μεγιστοποιηθούν τα αποτελέσματα.

Related Posts